Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

JandS FOR EQUALITY ΟΜΑΔΑ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ: ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗ

JandS FOR EQUALITY ΟΜΑΔΑ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ: ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗ

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗ

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗΣ

Ο πατέρας μου είπε τα ωραιότερα τραγούδια


Συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Τσιλιμπάρη
e-mail: tsalext7@yahoo.gr


Χαρακτηρίστηκε «σερ Μπιθί» του ελληνικού πενταγράμμου από τον αείμνηστο Χρονογράφο Δημήτρη Ψαθά. Ο μουσικολόγος Κώστας Μυλωνάς τον χαρακτήρισε ως τον τραγουδιστή «που χάρισε στο ελληνικό τραγούδι τις συγκλονιστικότερες στιγμές του».  Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1922 στο Περιστέρι.  Εδώ μεγάλωσε. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε ανάμεσα σε μεγάλη φτώχεια κι ανάλογη αγάπη. Παιδί οκταμελούς οικογένειας με καταγωγή από την Κάρυστο.  Πρωτότοκος ήταν ο Χρήστος και ακολουθούσαν η Κοντιλιώ, ο Γιώργος, ο Κώστας και τελευταίος ο Γρηγόρης. …
Όσα και να γράψουμε εμείς για τον αείμνηστο  μεγάλο τραγουδιστή Γρηγόρη Μπιθικώτση θα είναι εξ αποστάσεως  και μάλιστα κενά. Αυτά όμως που μας μεταφέρει ο υιός Γρηγόρης Μπιθικώτσης  σε μια αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «σελίδες ΔΥΤΙΚΑ της ΑΘΗΝΑΣ», θα ζωντανέψουν μνήμες και θα μας γνωρίσουν άγνωστες πτυχές του «σερ Μπιθί» της καρδιάς μας.

«…Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος που βοηθούσε όλο τον κόσμο. Λάτρευε την οικογένειά του, δεν θα ξεχάσω την αγάπη που είχε στη μητέρα μου, είχε βαθιές ευαισθησίες. Θυμάμαι μετά τον θάνατό του, εκείνες τις τρεις δύσκολες μέρες που τον είχαμε για προσκύνημα στο εκκλησάκι της Μητρόπολης, οι περισσότεροι που περνούσαν για να του πουν το τελευταίο αντίο, έλεγαν συγκινημένοι πως τους είχε βοηθήσει σε κάποια στιγμή της ζωής τους. Βοήθησε, από απλούς ανθρώπους μέχρι καλλιτέχνες. Στην αυτοβιογραφία του έλεγε, «όταν κάποιος αξίζει πραγματικά, πρέπει να γνωριστεί η δουλειά του, είναι κρίμα να χαθεί κάποιο ταλέντο…» Πήρε την Πόλυ Πάνου απ’ το χέρι που έπαιζε με τα κατσαρολικά στους δρόμους, την έφερε στην Αθήνα και την έκανε τραγουδίστρια. Είδε τη Βίκυ Μοσχολιού να φεύγει κλαίγοντας από μία ακρόαση και την πήγε στον Σταύρο Ξαρχάκο, εκείνος άκουσε τη φωνή της και την έβαλε να τραγουδήσει το «Χάθηκε το φεγγάρι» στην ταινία «Λόλα». Για να γίνουν όλα αυτά, πρέπει να έχεις μεγάλη καρδιά, ψυχή και να νιώθεις ασφαλής, ο πατέρας μου όλα αυτά τα είχε, πίστεψε στον άνθρωπο…».
Έτσι ξεκίνησε να μας μιλά για τον πατέρα του  ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης ο οποίος ακολουθεί τα χνάρια του στην δική του καλλιτεχνική πορεία αλλά και στην προσωπική ζωή του γιατί για τον Γρηγόρη ο πατέρας του «κέρδισε τα εύσημα της ζωής από τη γενναιοδωρία του, γνώρισε δόξα όσο κανένας, ήταν το μοντέλο ενός αρσενικού, ήταν πανέξυπνος και όταν τον ρωτούσες τι έχει προσφέρει, έλεγε, «δεν μ’ ενδιαφέρει ν’ αναφέρω ό,τι έκανα, όλα ήταν από την ψυχή μου». Έμεινε αναλλοίωτος, απλός, λιτός, χωρίς σταριλίκια, βεντετισμούς, έμεινε άνθρωπος…»
Θελήσαμε να μάθουμε από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση  λεπτομέρειες από τη ζωή του «σερ Μπιθί» που αξίζει να θυμίσουμε.
-       Πώς ήταν η ζωή του εκείνα τα δύσκολα χρόνια στο Περιστέρι, υπήρχαν εμπόδια;
«…απ’ ό,τι μου έχει πει, μόνο εμπόδια υπήρχαν. Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1922 στο Περιστέρι. Ήταν ένα φτωχόπαιδο, αλλά από μια αγαπημένη οικογένεια που προσπαθούσε με αγώνα να τα βγάλει πέρα. Μέσα στη θύελλα του ’40, τα μεγαλύτερα αδέλφια του έφυγαν για το μέτωπο, στην Αλβανία… Η πρώτη του δουλειά, μάλιστα, ήταν υδραυλικός. Είχε φτιάξει πολλά σπίτια στο Περιστέρι, κάποιοι τον θυμούνται και απ’ αυτό, πάντως το λάτρευε το Περιστέρι…»
-       Σου έχει μιλήσει για τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι;
«…όλα ξεκίνησαν σ’ ένα ταβερνάκι της γειτονιάς του, τραγουδώντας με μια κιθάρα. Μια κρύα νύχτα του χειμώνα του 1937, πιτσιρικάς ακόμη, πήγε ν’ ακούσει τρεις μουσικούς που έπαιζαν με τα μπουζούκια τους σ’ ένα κουτούκι. Ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Μανώλης Χιώτης και ο Στράτος Παγιουμτζής. Ενθουσιάστηκε, κι από τότε ασπάστηκε το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι. Έλεγε στη μάνα του, «κάποια στιγμή θα μιλάει ο κόσμος για μένα» κι εκείνη έλεγε πως το παιδί της είναι τρελό και θέλει γιατρό...»
-       Τι άλλο σημαντικό θυμάσαι από τον πατέρα σου;
            «…το ότι πάλεψε και τίποτα δεν του χαρίστηκε. Ήταν αναμφισβήτητο ταλέντο αλλά τα κατάφερε με πολλή δουλειά, με τη στάση ζωής του, ήταν προσεκτικός στις κινήσεις του. Η φωνή του μια φορά έγινε και δεν ξαναγίνεται, με το τραγούδι και τις συνθέσεις του, κατάφερε κάτι που κανείς τραγουδιστής δεν έχει καταφέρει. Πολλές φορές έλεγε, «αν ήμουν στο εξωτερικό κι επειδή η γλώσσα σε πάει παντού, θα γινόταν το έργο μου παγκόσμιο». Η αλήθεια είναι πώς ο πατέρας μου και η Μοσχολιού, είπαν τα ωραιότερα τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας και όλοι οι άλλοι τα υπόλοιπα. Μπήκε βαθιά στην καρδιά του έλληνα…»
-       Ποιους τραγουδιστές θεώρησε πρότυπα ο πατέρας σου;
            «…μέχρι το τέλος έλεγε πως ο Μάρκος Βαμβακάρης ήταν ο πρώτος διδάξας. Μου μιλούσε συχνά για όλους αυτούς που συνεργάστηκε μαζί τους και τους θεωρούσε σπουδαίους. Είχα κι εγώ την τύχη να γνωρίσω, τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Ζαμπέτα, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τον Μάνο Χατζηδάκη, τον Μίκυ Θεοδωράκη. Το σπουδαίο που είδα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, όλα αυτά τα χρόνια συναναστροφής ήταν το ότι έδειχναν απλοί, καθημερινοί άνθρωποι. Βάζοντας τα θεμέλια του πολιτισμού, γνώριζαν πόσο σπουδαίοι είναι και δεν είχαν ανάγκη να το δείξουν. Στον δύσκολο χώρο των καλλιτεχνών, ο πατέρας μου είχε 99% αγάπη και αποδοχή από τους συναδέλφους του, γιατί  ήταν ακέραιος, δεν πήρε ποτέ θέση σε αντιπαραθέσεις. Κάποτε είχε πει στον κ. Νίκο Χατζηνικολάου που του ζήτησε να πάρει θέση για κάποιο θέμα, «…εγώ είμαι από τη Γαλλία…»
-       Ποια ήταν η σχέση σου μαζί του;  
            «…ήταν σχέση στοργής. Πήρα τόση αγάπη που λίγα παιδιά πιστεύω έχουν πάρει. Είχαμε έρθει πολύ κοντά, κι όταν δεν βρισκόμαστε, μου άφηνε σημειώματα που έγραφαν «Γρηγόρη σ’ αγαπώ». Μου έδωσε το όνομά του για να συνεχίσω την πορεία του και «ν’ ανοίγει την πόρτα του σπιτιού ένας Γρηγόρης», έλεγε. Δεν έβρισκα τρόπο να του δώσω όση αγάπη πήρα. Η αγάπη σε κάνει υγιή, λειτουργείς ομαλά στη ζωή. Ήξερα όλα του τα εσώψυχα τις ανησυχίες του, τα καλά και τα άσχημα, είχαμε γίνει και φίλοι…»
-       Πιστεύεις πως «έφυγε» ικανοποιημένος από τη ζωή;
            «… «έφυγε» πλήρης, γεμάτος από τα πάντα στις 7 Απριλίου του 2005. Γνώρισε δόξα, τιμήθηκε εν ζωή, έγινε πατέρας, αγάπησε, πόνεσε, δημιούργησε, αγαπήθηκε απ’ όλους τους Έλληνες, τι άλλο να ζητήσει ένας άνθρωπος; …»

ΣΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΟΥ

-       Πώς σου προέκυψε η αγάπη για το τραγούδι;
            «…άρχισα να παίζω πιάνο στα πέντε μου χρόνια. Σταμάτησα να παίζω πριν γίνω σολίστ γιατί δεν άντεχα τα στερεότυπα του Ωδείου, την αποστειρωμένη μάθηση. Μου αρέσει η λαϊκή μουσική. Κάποια στιγμή, άκουσε ο πατέρας μου πως τραγουδάω και μου το ανέφερε. Λάθος κάνεις του είπα και ο καυγάς μας κράτησε έξη μήνες ώσπου λύγισα και τον άφησα να με ακούσει. «Αν κάνεις για τραγουδιστής έχει καλώς, αν όχι ούτε να το σκέφτεσαι» μου είπε. Στην αρχή ντρεπόμουν να τραγουδήσω μπροστά του, ένιωθα δέος, έφερε κάποια στιγμή το μπουζούκι του και το πρώτο τραγούδι που του είπα ήταν το «ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα». Με φίλησε και μου είπε, «…είσαι τραγουδιστής, τέλος» Δυόμιση χρόνια πρόβες, πέρασα δύσκολα, ήταν αυστηρός κριτής, δουλεύαμε σ’ ένα δωμάτιο άπειρες ώρες ρεπερτόρια διαφορετικών τραγουδιών, είμαι τυχερός που μαθήτευσα δίπλα του. «Να γίνεις γνωστός μέσω του έργου σου και με κανέναν άλλο τρόπο» μου έλεγε. Ποτέ όμως ένας γιος δεν θα γίνει σαν τον πατέρα του, αυτό είναι θέσφατο και αν συγκρίνεις κάποιον με τον Μπιθικώτση, είτε είναι γιος του, είτε όχι, σίγουρα θα χάσει…»
-       Πότε ένιωσες τη μεγαλύτερη λύπη και τη μεγαλύτερη χαρά;
            «…τη μεγαλύτερη λύπη την ένιωσα την ημέρα που έχασα τον πατέρα μου και τη μεγαλύτερη χαρά όταν γεννήθηκε ο γιος μου. Τότε κατάλαβα ολοκληρωτικά την έννοια της αγάπης…»
-       Θα ήθελες ο γιος σου ν’ ασχοληθεί με το τραγούδι;
            «…με τίποτα. Θέλει γερό στομάχι, υπάρχει μεγάλη ψευτιά. Σήμερα οι καλλιτέχνες βρίσκονται σε βαθιά κρίση σ’ αυτή τη γρήγορη εποχή που ζούμε, η δισκογραφία πέθανε, τα cds τα βρίσκεις σε όλες τις εφημερίδες…»
-       Ετοιμάζεις κάτι στον καλλιτεχνικό χώρο;
            «…έχουμε ξεκινήσει ένα επιτυχημένο σχήμα, «τα τραγούδια του πατέρα μου», ο Δημήτρης Κόκκοτας, ο Χάρης Βαρθακούρης, ο Άγγελος Διονυσίου κι εγώ. Δώσαμε παραστάσεις στην Αμερική, Καναδά, Αυστραλία, Ευρώπη. Ο κόσμος, μας αγκάλιασε με αγάπη. Το 2000 έκανα τον 1ο μου δίσκο με κάποια τραγούδια του πατέρα μου σε μουσική δική μου. «Οι χάρτες» είναι ένα τραγούδι απ’ αυτά που ξεχώρισε, από τότε δεν έχω κάνει κάτι άλλο γιατί, τα πράγματα στο ραδιόφωνο και στις δισκογραφικές εταιρίες, είναι …σκοτεινά. Απλώς, επειδή ο πατέρας μου με διόρισε φυσικό διάδοχο της καλλιτεχνικής του πορείας, έχω υποχρέωση να θυμίζω τα τραγούδια του στους παλαιότερους και να τα γνωρίσω στους νεότερους. Πρέπει να ξέρουμε τις ρίζες μας…»


 Το Περιστέρι πρέπει να είναι περήφανο για τον πατέρα μου


6 ΧΡΟΝΙΑ ΨΑΧΝΕΙ

ΜΙΣΟ ΜΕΤΡΟ ΧΩΡΟΘΕΣΙΑ

Ο ΔΗΜΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ

Καθώς συζητούσαμε και θυμόμαστε τον αείμνηστο ξεχωριστό καλλιτέχνη Γρηγόρη Μπιθικώτση που σφράγισε με τα τραγούδια του ολόκληρες γενιές, ο γιος του Γρηγόρης μας μίλησε και για την πολλά υποσχόμενη προτομή που ακόμα δεν έχει βρει τόπο να στηθεί για να κρατάει τις νότες των τραγουδιών του πατέρα του στον αέρα της Περιστεριώτικης πολιτείας…

«…το 2010 με τον δήμαρχο Περιστερίου κ. Ανδρέα Παχατουρίδη και σε δύο εκπομπές του Σπύρου Παπαδόπουλου, αφιερωμένες στον πατέρα μου, δείξαμε στον κόσμο την προτομή που έφτιαξε ο περίφημος γλύπτης Γιάννης Μπάρδης, προς τιμήν της μνήμης του πατέρα μου, η οποία θα κοσμούσε κάποιο κεντρικό σημείο της πόλης του Περιστερίου. Από τότε δεν γνωρίζω τι έχει προκύψει και έχουν σταματήσει οι διαδικασίες τοποθέτησης της προτομής και για ποιο λόγο εδώ και έξη χρόνια δεν έχει στηθεί, ενώ το Περιστέρι πρέπει πραγματικά να είναι υπερήφανο που γέννησε έναν μεγάλο καλλιτέχνη…» μας είπε και μείναμε στην κυριολεξία με το στόμα ανοικτό.

Ψάξαμε στις πλατείες της πόλης μας, σε μικρές ζώνες πρασίνου, σε πάρκα αλλά προτομή Γρηγόρη Μπιθικώτση πουθενά. Τι κρίμα! Αυτή η φωνή σήκωσε την Ελλάδα σε όλο τον κόσμο. Αγκάλιασε τους πονεμένους αυτής της γης. Ύμνησε την πατρίδα, την μάνα, την γυναίκα, τον έρωτα, το παιδί, τον πατέρα, τον άνθρωπο. Δεν της αξίζει κύριοι των πολιτιστικών δρώμενων αυτής της πόλης  ενάμιση μέτρο γης να υπάρχει, να θυμίζει, να ζει; 
Επιμέλεια Σοφία Διγενή-Κολιοτάση 

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗ

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗΣ

Ο πατέρας μου είπε τα ωραιότερα τραγούδια


Συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Τσιλιμπάρη
e-mail: tsalext7@yahoo.gr


Χαρακτηρίστηκε «σερ Μπιθί» του ελληνικού πενταγράμμου από τον αείμνηστο Χρονογράφο Δημήτρη Ψαθά. Ο μουσικολόγος Κώστας Μυλωνάς τον χαρακτήρισε ως τον τραγουδιστή «που χάρισε στο ελληνικό τραγούδι τις συγκλονιστικότερες στιγμές του».  Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1922 στο Περιστέρι.  Εδώ μεγάλωσε. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε ανάμεσα σε μεγάλη φτώχεια κι ανάλογη αγάπη. Παιδί οκταμελούς οικογένειας με καταγωγή από την Κάρυστο.  Πρωτότοκος ήταν ο Χρήστος και ακολουθούσαν η Κοντιλιώ, ο Γιώργος, ο Κώστας και τελευταίος ο Γρηγόρης. …
Όσα και να γράψουμε εμείς για τον αείμνηστο  μεγάλο τραγουδιστή Γρηγόρη Μπιθικώτση θα είναι εξ αποστάσεως  και μάλιστα κενά. Αυτά όμως που μας μεταφέρει ο υιός Γρηγόρης Μπιθικώτσης  σε μια αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «σελίδες ΔΥΤΙΚΑ της ΑΘΗΝΑΣ», θα ζωντανέψουν μνήμες και θα μας γνωρίσουν άγνωστες πτυχές του «σερ Μπιθί» της καρδιάς μας.

«…Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος που βοηθούσε όλο τον κόσμο. Λάτρευε την οικογένειά του, δεν θα ξεχάσω την αγάπη που είχε στη μητέρα μου, είχε βαθιές ευαισθησίες. Θυμάμαι μετά τον θάνατό του, εκείνες τις τρεις δύσκολες μέρες που τον είχαμε για προσκύνημα στο εκκλησάκι της Μητρόπολης, οι περισσότεροι που περνούσαν για να του πουν το τελευταίο αντίο, έλεγαν συγκινημένοι πως τους είχε βοηθήσει σε κάποια στιγμή της ζωής τους. Βοήθησε, από απλούς ανθρώπους μέχρι καλλιτέχνες. Στην αυτοβιογραφία του έλεγε, «όταν κάποιος αξίζει πραγματικά, πρέπει να γνωριστεί η δουλειά του, είναι κρίμα να χαθεί κάποιο ταλέντο…» Πήρε την Πόλυ Πάνου απ’ το χέρι που έπαιζε με τα κατσαρολικά στους δρόμους, την έφερε στην Αθήνα και την έκανε τραγουδίστρια. Είδε τη Βίκυ Μοσχολιού να φεύγει κλαίγοντας από μία ακρόαση και την πήγε στον Σταύρο Ξαρχάκο, εκείνος άκουσε τη φωνή της και την έβαλε να τραγουδήσει το «Χάθηκε το φεγγάρι» στην ταινία «Λόλα». Για να γίνουν όλα αυτά, πρέπει να έχεις μεγάλη καρδιά, ψυχή και να νιώθεις ασφαλής, ο πατέρας μου όλα αυτά τα είχε, πίστεψε στον άνθρωπο…».
Έτσι ξεκίνησε να μας μιλά για τον πατέρα του  ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης ο οποίος ακολουθεί τα χνάρια του στην δική του καλλιτεχνική πορεία αλλά και στην προσωπική ζωή του γιατί για τον Γρηγόρη ο πατέρας του «κέρδισε τα εύσημα της ζωής από τη γενναιοδωρία του, γνώρισε δόξα όσο κανένας, ήταν το μοντέλο ενός αρσενικού, ήταν πανέξυπνος και όταν τον ρωτούσες τι έχει προσφέρει, έλεγε, «δεν μ’ ενδιαφέρει ν’ αναφέρω ό,τι έκανα, όλα ήταν από την ψυχή μου». Έμεινε αναλλοίωτος, απλός, λιτός, χωρίς σταριλίκια, βεντετισμούς, έμεινε άνθρωπος…»
Θελήσαμε να μάθουμε από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση  λεπτομέρειες από τη ζωή του «σερ Μπιθί» που αξίζει να θυμίσουμε.
-       Πώς ήταν η ζωή του εκείνα τα δύσκολα χρόνια στο Περιστέρι, υπήρχαν εμπόδια;
«…απ’ ό,τι μου έχει πει, μόνο εμπόδια υπήρχαν. Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1922 στο Περιστέρι. Ήταν ένα φτωχόπαιδο, αλλά από μια αγαπημένη οικογένεια που προσπαθούσε με αγώνα να τα βγάλει πέρα. Μέσα στη θύελλα του ’40, τα μεγαλύτερα αδέλφια του έφυγαν για το μέτωπο, στην Αλβανία… Η πρώτη του δουλειά, μάλιστα, ήταν υδραυλικός. Είχε φτιάξει πολλά σπίτια στο Περιστέρι, κάποιοι τον θυμούνται και απ’ αυτό, πάντως το λάτρευε το Περιστέρι…»
-       Σου έχει μιλήσει για τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι;
«…όλα ξεκίνησαν σ’ ένα ταβερνάκι της γειτονιάς του, τραγουδώντας με μια κιθάρα. Μια κρύα νύχτα του χειμώνα του 1937, πιτσιρικάς ακόμη, πήγε ν’ ακούσει τρεις μουσικούς που έπαιζαν με τα μπουζούκια τους σ’ ένα κουτούκι. Ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Μανώλης Χιώτης και ο Στράτος Παγιουμτζής. Ενθουσιάστηκε, κι από τότε ασπάστηκε το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι. Έλεγε στη μάνα του, «κάποια στιγμή θα μιλάει ο κόσμος για μένα» κι εκείνη έλεγε πως το παιδί της είναι τρελό και θέλει γιατρό...»
-       Τι άλλο σημαντικό θυμάσαι από τον πατέρα σου;
            «…το ότι πάλεψε και τίποτα δεν του χαρίστηκε. Ήταν αναμφισβήτητο ταλέντο αλλά τα κατάφερε με πολλή δουλειά, με τη στάση ζωής του, ήταν προσεκτικός στις κινήσεις του. Η φωνή του μια φορά έγινε και δεν ξαναγίνεται, με το τραγούδι και τις συνθέσεις του, κατάφερε κάτι που κανείς τραγουδιστής δεν έχει καταφέρει. Πολλές φορές έλεγε, «αν ήμουν στο εξωτερικό κι επειδή η γλώσσα σε πάει παντού, θα γινόταν το έργο μου παγκόσμιο». Η αλήθεια είναι πώς ο πατέρας μου και η Μοσχολιού, είπαν τα ωραιότερα τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας και όλοι οι άλλοι τα υπόλοιπα. Μπήκε βαθιά στην καρδιά του έλληνα…»
-       Ποιους τραγουδιστές θεώρησε πρότυπα ο πατέρας σου;
            «…μέχρι το τέλος έλεγε πως ο Μάρκος Βαμβακάρης ήταν ο πρώτος διδάξας. Μου μιλούσε συχνά για όλους αυτούς που συνεργάστηκε μαζί τους και τους θεωρούσε σπουδαίους. Είχα κι εγώ την τύχη να γνωρίσω, τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Ζαμπέτα, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τον Μάνο Χατζηδάκη, τον Μίκυ Θεοδωράκη. Το σπουδαίο που είδα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, όλα αυτά τα χρόνια συναναστροφής ήταν το ότι έδειχναν απλοί, καθημερινοί άνθρωποι. Βάζοντας τα θεμέλια του πολιτισμού, γνώριζαν πόσο σπουδαίοι είναι και δεν είχαν ανάγκη να το δείξουν. Στον δύσκολο χώρο των καλλιτεχνών, ο πατέρας μου είχε 99% αγάπη και αποδοχή από τους συναδέλφους του, γιατί  ήταν ακέραιος, δεν πήρε ποτέ θέση σε αντιπαραθέσεις. Κάποτε είχε πει στον κ. Νίκο Χατζηνικολάου που του ζήτησε να πάρει θέση για κάποιο θέμα, «…εγώ είμαι από τη Γαλλία…»
-       Ποια ήταν η σχέση σου μαζί του;  
            «…ήταν σχέση στοργής. Πήρα τόση αγάπη που λίγα παιδιά πιστεύω έχουν πάρει. Είχαμε έρθει πολύ κοντά, κι όταν δεν βρισκόμαστε, μου άφηνε σημειώματα που έγραφαν «Γρηγόρη σ’ αγαπώ». Μου έδωσε το όνομά του για να συνεχίσω την πορεία του και «ν’ ανοίγει την πόρτα του σπιτιού ένας Γρηγόρης», έλεγε. Δεν έβρισκα τρόπο να του δώσω όση αγάπη πήρα. Η αγάπη σε κάνει υγιή, λειτουργείς ομαλά στη ζωή. Ήξερα όλα του τα εσώψυχα τις ανησυχίες του, τα καλά και τα άσχημα, είχαμε γίνει και φίλοι…»
-       Πιστεύεις πως «έφυγε» ικανοποιημένος από τη ζωή;
            «… «έφυγε» πλήρης, γεμάτος από τα πάντα στις 7 Απριλίου του 2005. Γνώρισε δόξα, τιμήθηκε εν ζωή, έγινε πατέρας, αγάπησε, πόνεσε, δημιούργησε, αγαπήθηκε απ’ όλους τους Έλληνες, τι άλλο να ζητήσει ένας άνθρωπος; …»

ΣΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΟΥ

-       Πώς σου προέκυψε η αγάπη για το τραγούδι;
            «…άρχισα να παίζω πιάνο στα πέντε μου χρόνια. Σταμάτησα να παίζω πριν γίνω σολίστ γιατί δεν άντεχα τα στερεότυπα του Ωδείου, την αποστειρωμένη μάθηση. Μου αρέσει η λαϊκή μουσική. Κάποια στιγμή, άκουσε ο πατέρας μου πως τραγουδάω και μου το ανέφερε. Λάθος κάνεις του είπα και ο καυγάς μας κράτησε έξη μήνες ώσπου λύγισα και τον άφησα να με ακούσει. «Αν κάνεις για τραγουδιστής έχει καλώς, αν όχι ούτε να το σκέφτεσαι» μου είπε. Στην αρχή ντρεπόμουν να τραγουδήσω μπροστά του, ένιωθα δέος, έφερε κάποια στιγμή το μπουζούκι του και το πρώτο τραγούδι που του είπα ήταν το «ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα». Με φίλησε και μου είπε, «…είσαι τραγουδιστής, τέλος» Δυόμιση χρόνια πρόβες, πέρασα δύσκολα, ήταν αυστηρός κριτής, δουλεύαμε σ’ ένα δωμάτιο άπειρες ώρες ρεπερτόρια διαφορετικών τραγουδιών, είμαι τυχερός που μαθήτευσα δίπλα του. «Να γίνεις γνωστός μέσω του έργου σου και με κανέναν άλλο τρόπο» μου έλεγε. Ποτέ όμως ένας γιος δεν θα γίνει σαν τον πατέρα του, αυτό είναι θέσφατο και αν συγκρίνεις κάποιον με τον Μπιθικώτση, είτε είναι γιος του, είτε όχι, σίγουρα θα χάσει…»
-       Πότε ένιωσες τη μεγαλύτερη λύπη και τη μεγαλύτερη χαρά;
            «…τη μεγαλύτερη λύπη την ένιωσα την ημέρα που έχασα τον πατέρα μου και τη μεγαλύτερη χαρά όταν γεννήθηκε ο γιος μου. Τότε κατάλαβα ολοκληρωτικά την έννοια της αγάπης…»
-       Θα ήθελες ο γιος σου ν’ ασχοληθεί με το τραγούδι;
            «…με τίποτα. Θέλει γερό στομάχι, υπάρχει μεγάλη ψευτιά. Σήμερα οι καλλιτέχνες βρίσκονται σε βαθιά κρίση σ’ αυτή τη γρήγορη εποχή που ζούμε, η δισκογραφία πέθανε, τα cds τα βρίσκεις σε όλες τις εφημερίδες…»
-       Ετοιμάζεις κάτι στον καλλιτεχνικό χώρο;
            «…έχουμε ξεκινήσει ένα επιτυχημένο σχήμα, «τα τραγούδια του πατέρα μου», ο Δημήτρης Κόκκοτας, ο Χάρης Βαρθακούρης, ο Άγγελος Διονυσίου κι εγώ. Δώσαμε παραστάσεις στην Αμερική, Καναδά, Αυστραλία, Ευρώπη. Ο κόσμος, μας αγκάλιασε με αγάπη. Το 2000 έκανα τον 1ο μου δίσκο με κάποια τραγούδια του πατέρα μου σε μουσική δική μου. «Οι χάρτες» είναι ένα τραγούδι απ’ αυτά που ξεχώρισε, από τότε δεν έχω κάνει κάτι άλλο γιατί, τα πράγματα στο ραδιόφωνο και στις δισκογραφικές εταιρίες, είναι …σκοτεινά. Απλώς, επειδή ο πατέρας μου με διόρισε φυσικό διάδοχο της καλλιτεχνικής του πορείας, έχω υποχρέωση να θυμίζω τα τραγούδια του στους παλαιότερους και να τα γνωρίσω στους νεότερους. Πρέπει να ξέρουμε τις ρίζες μας…»


 Το Περιστέρι πρέπει να είναι περήφανο για τον πατέρα μου


6 ΧΡΟΝΙΑ ΨΑΧΝΕΙ

ΜΙΣΟ ΜΕΤΡΟ ΧΩΡΟΘΕΣΙΑ

Ο ΔΗΜΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ

Καθώς συζητούσαμε και θυμόμαστε τον αείμνηστο ξεχωριστό καλλιτέχνη Γρηγόρη Μπιθικώτση που σφράγισε με τα τραγούδια του ολόκληρες γενιές, ο γιος του Γρηγόρης μας μίλησε και για την πολλά υποσχόμενη προτομή που ακόμα δεν έχει βρει τόπο να στηθεί για να κρατάει τις νότες των τραγουδιών του πατέρα του στον αέρα της Περιστεριώτικης πολιτείας…

«…το 2010 με τον δήμαρχο Περιστερίου κ. Ανδρέα Παχατουρίδη και σε δύο εκπομπές του Σπύρου Παπαδόπουλου, αφιερωμένες στον πατέρα μου, δείξαμε στον κόσμο την προτομή που έφτιαξε ο περίφημος γλύπτης Γιάννης Μπάρδης, προς τιμήν της μνήμης του πατέρα μου, η οποία θα κοσμούσε κάποιο κεντρικό σημείο της πόλης του Περιστερίου. Από τότε δεν γνωρίζω τι έχει προκύψει και έχουν σταματήσει οι διαδικασίες τοποθέτησης της προτομής και για ποιο λόγο εδώ και έξη χρόνια δεν έχει στηθεί, ενώ το Περιστέρι πρέπει πραγματικά να είναι υπερήφανο που γέννησε έναν μεγάλο καλλιτέχνη…» μας είπε και μείναμε στην κυριολεξία με το στόμα ανοικτό.

Ψάξαμε στις πλατείες της πόλης μας, σε μικρές ζώνες πρασίνου, σε πάρκα αλλά προτομή Γρηγόρη Μπιθικώτση πουθενά. Τι κρίμα! Αυτή η φωνή σήκωσε την Ελλάδα σε όλο τον κόσμο. Αγκάλιασε τους πονεμένους αυτής της γης. Ύμνησε την πατρίδα, την μάνα, την γυναίκα, τον έρωτα, το παιδί, τον πατέρα, τον άνθρωπο. Δεν της αξίζει κύριοι των πολιτιστικών δρώμενων αυτής της πόλης  ενάμιση μέτρο γης να υπάρχει, να θυμίζει, να ζει; 
Επιμέλεια Σοφία Διγενή-Κολιοτάση 

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗ

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗΣ

Ο πατέρας μου είπε τα ωραιότερα τραγούδια


Συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Τσιλιμπάρη
e-mail: tsalext7@yahoo.gr


Χαρακτηρίστηκε «σερ Μπιθί» του ελληνικού πενταγράμμου από τον αείμνηστο Χρονογράφο Δημήτρη Ψαθά. Ο μουσικολόγος Κώστας Μυλωνάς τον χαρακτήρισε ως τον τραγουδιστή «που χάρισε στο ελληνικό τραγούδι τις συγκλονιστικότερες στιγμές του».  Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1922 στο Περιστέρι.  Εδώ μεγάλωσε. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε ανάμεσα σε μεγάλη φτώχεια κι ανάλογη αγάπη. Παιδί οκταμελούς οικογένειας με καταγωγή από την Κάρυστο.  Πρωτότοκος ήταν ο Χρήστος και ακολουθούσαν η Κοντιλιώ, ο Γιώργος, ο Κώστας και τελευταίος ο Γρηγόρης. …
Όσα και να γράψουμε εμείς για τον αείμνηστο  μεγάλο τραγουδιστή Γρηγόρη Μπιθικώτση θα είναι εξ αποστάσεως  και μάλιστα κενά. Αυτά όμως που μας μεταφέρει ο υιός Γρηγόρης Μπιθικώτσης  σε μια αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «σελίδες ΔΥΤΙΚΑ της ΑΘΗΝΑΣ», θα ζωντανέψουν μνήμες και θα μας γνωρίσουν άγνωστες πτυχές του «σερ Μπιθί» της καρδιάς μας.

«…Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος που βοηθούσε όλο τον κόσμο. Λάτρευε την οικογένειά του, δεν θα ξεχάσω την αγάπη που είχε στη μητέρα μου, είχε βαθιές ευαισθησίες. Θυμάμαι μετά τον θάνατό του, εκείνες τις τρεις δύσκολες μέρες που τον είχαμε για προσκύνημα στο εκκλησάκι της Μητρόπολης, οι περισσότεροι που περνούσαν για να του πουν το τελευταίο αντίο, έλεγαν συγκινημένοι πως τους είχε βοηθήσει σε κάποια στιγμή της ζωής τους. Βοήθησε, από απλούς ανθρώπους μέχρι καλλιτέχνες. Στην αυτοβιογραφία του έλεγε, «όταν κάποιος αξίζει πραγματικά, πρέπει να γνωριστεί η δουλειά του, είναι κρίμα να χαθεί κάποιο ταλέντο…» Πήρε την Πόλυ Πάνου απ’ το χέρι που έπαιζε με τα κατσαρολικά στους δρόμους, την έφερε στην Αθήνα και την έκανε τραγουδίστρια. Είδε τη Βίκυ Μοσχολιού να φεύγει κλαίγοντας από μία ακρόαση και την πήγε στον Σταύρο Ξαρχάκο, εκείνος άκουσε τη φωνή της και την έβαλε να τραγουδήσει το «Χάθηκε το φεγγάρι» στην ταινία «Λόλα». Για να γίνουν όλα αυτά, πρέπει να έχεις μεγάλη καρδιά, ψυχή και να νιώθεις ασφαλής, ο πατέρας μου όλα αυτά τα είχε, πίστεψε στον άνθρωπο…».
Έτσι ξεκίνησε να μας μιλά για τον πατέρα του  ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης ο οποίος ακολουθεί τα χνάρια του στην δική του καλλιτεχνική πορεία αλλά και στην προσωπική ζωή του γιατί για τον Γρηγόρη ο πατέρας του «κέρδισε τα εύσημα της ζωής από τη γενναιοδωρία του, γνώρισε δόξα όσο κανένας, ήταν το μοντέλο ενός αρσενικού, ήταν πανέξυπνος και όταν τον ρωτούσες τι έχει προσφέρει, έλεγε, «δεν μ’ ενδιαφέρει ν’ αναφέρω ό,τι έκανα, όλα ήταν από την ψυχή μου». Έμεινε αναλλοίωτος, απλός, λιτός, χωρίς σταριλίκια, βεντετισμούς, έμεινε άνθρωπος…»
Θελήσαμε να μάθουμε από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση  λεπτομέρειες από τη ζωή του «σερ Μπιθί» που αξίζει να θυμίσουμε.
-       Πώς ήταν η ζωή του εκείνα τα δύσκολα χρόνια στο Περιστέρι, υπήρχαν εμπόδια;
«…απ’ ό,τι μου έχει πει, μόνο εμπόδια υπήρχαν. Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1922 στο Περιστέρι. Ήταν ένα φτωχόπαιδο, αλλά από μια αγαπημένη οικογένεια που προσπαθούσε με αγώνα να τα βγάλει πέρα. Μέσα στη θύελλα του ’40, τα μεγαλύτερα αδέλφια του έφυγαν για το μέτωπο, στην Αλβανία… Η πρώτη του δουλειά, μάλιστα, ήταν υδραυλικός. Είχε φτιάξει πολλά σπίτια στο Περιστέρι, κάποιοι τον θυμούνται και απ’ αυτό, πάντως το λάτρευε το Περιστέρι…»
-       Σου έχει μιλήσει για τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι;
«…όλα ξεκίνησαν σ’ ένα ταβερνάκι της γειτονιάς του, τραγουδώντας με μια κιθάρα. Μια κρύα νύχτα του χειμώνα του 1937, πιτσιρικάς ακόμη, πήγε ν’ ακούσει τρεις μουσικούς που έπαιζαν με τα μπουζούκια τους σ’ ένα κουτούκι. Ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Μανώλης Χιώτης και ο Στράτος Παγιουμτζής. Ενθουσιάστηκε, κι από τότε ασπάστηκε το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι. Έλεγε στη μάνα του, «κάποια στιγμή θα μιλάει ο κόσμος για μένα» κι εκείνη έλεγε πως το παιδί της είναι τρελό και θέλει γιατρό...»
-       Τι άλλο σημαντικό θυμάσαι από τον πατέρα σου;
            «…το ότι πάλεψε και τίποτα δεν του χαρίστηκε. Ήταν αναμφισβήτητο ταλέντο αλλά τα κατάφερε με πολλή δουλειά, με τη στάση ζωής του, ήταν προσεκτικός στις κινήσεις του. Η φωνή του μια φορά έγινε και δεν ξαναγίνεται, με το τραγούδι και τις συνθέσεις του, κατάφερε κάτι που κανείς τραγουδιστής δεν έχει καταφέρει. Πολλές φορές έλεγε, «αν ήμουν στο εξωτερικό κι επειδή η γλώσσα σε πάει παντού, θα γινόταν το έργο μου παγκόσμιο». Η αλήθεια είναι πώς ο πατέρας μου και η Μοσχολιού, είπαν τα ωραιότερα τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας και όλοι οι άλλοι τα υπόλοιπα. Μπήκε βαθιά στην καρδιά του έλληνα…»
-       Ποιους τραγουδιστές θεώρησε πρότυπα ο πατέρας σου;
            «…μέχρι το τέλος έλεγε πως ο Μάρκος Βαμβακάρης ήταν ο πρώτος διδάξας. Μου μιλούσε συχνά για όλους αυτούς που συνεργάστηκε μαζί τους και τους θεωρούσε σπουδαίους. Είχα κι εγώ την τύχη να γνωρίσω, τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Ζαμπέτα, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τον Μάνο Χατζηδάκη, τον Μίκυ Θεοδωράκη. Το σπουδαίο που είδα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, όλα αυτά τα χρόνια συναναστροφής ήταν το ότι έδειχναν απλοί, καθημερινοί άνθρωποι. Βάζοντας τα θεμέλια του πολιτισμού, γνώριζαν πόσο σπουδαίοι είναι και δεν είχαν ανάγκη να το δείξουν. Στον δύσκολο χώρο των καλλιτεχνών, ο πατέρας μου είχε 99% αγάπη και αποδοχή από τους συναδέλφους του, γιατί  ήταν ακέραιος, δεν πήρε ποτέ θέση σε αντιπαραθέσεις. Κάποτε είχε πει στον κ. Νίκο Χατζηνικολάου που του ζήτησε να πάρει θέση για κάποιο θέμα, «…εγώ είμαι από τη Γαλλία…»
-       Ποια ήταν η σχέση σου μαζί του;  
            «…ήταν σχέση στοργής. Πήρα τόση αγάπη που λίγα παιδιά πιστεύω έχουν πάρει. Είχαμε έρθει πολύ κοντά, κι όταν δεν βρισκόμαστε, μου άφηνε σημειώματα που έγραφαν «Γρηγόρη σ’ αγαπώ». Μου έδωσε το όνομά του για να συνεχίσω την πορεία του και «ν’ ανοίγει την πόρτα του σπιτιού ένας Γρηγόρης», έλεγε. Δεν έβρισκα τρόπο να του δώσω όση αγάπη πήρα. Η αγάπη σε κάνει υγιή, λειτουργείς ομαλά στη ζωή. Ήξερα όλα του τα εσώψυχα τις ανησυχίες του, τα καλά και τα άσχημα, είχαμε γίνει και φίλοι…»
-       Πιστεύεις πως «έφυγε» ικανοποιημένος από τη ζωή;
            «… «έφυγε» πλήρης, γεμάτος από τα πάντα στις 7 Απριλίου του 2005. Γνώρισε δόξα, τιμήθηκε εν ζωή, έγινε πατέρας, αγάπησε, πόνεσε, δημιούργησε, αγαπήθηκε απ’ όλους τους Έλληνες, τι άλλο να ζητήσει ένας άνθρωπος; …»

ΣΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΟΥ

-       Πώς σου προέκυψε η αγάπη για το τραγούδι;
            «…άρχισα να παίζω πιάνο στα πέντε μου χρόνια. Σταμάτησα να παίζω πριν γίνω σολίστ γιατί δεν άντεχα τα στερεότυπα του Ωδείου, την αποστειρωμένη μάθηση. Μου αρέσει η λαϊκή μουσική. Κάποια στιγμή, άκουσε ο πατέρας μου πως τραγουδάω και μου το ανέφερε. Λάθος κάνεις του είπα και ο καυγάς μας κράτησε έξη μήνες ώσπου λύγισα και τον άφησα να με ακούσει. «Αν κάνεις για τραγουδιστής έχει καλώς, αν όχι ούτε να το σκέφτεσαι» μου είπε. Στην αρχή ντρεπόμουν να τραγουδήσω μπροστά του, ένιωθα δέος, έφερε κάποια στιγμή το μπουζούκι του και το πρώτο τραγούδι που του είπα ήταν το «ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα». Με φίλησε και μου είπε, «…είσαι τραγουδιστής, τέλος» Δυόμιση χρόνια πρόβες, πέρασα δύσκολα, ήταν αυστηρός κριτής, δουλεύαμε σ’ ένα δωμάτιο άπειρες ώρες ρεπερτόρια διαφορετικών τραγουδιών, είμαι τυχερός που μαθήτευσα δίπλα του. «Να γίνεις γνωστός μέσω του έργου σου και με κανέναν άλλο τρόπο» μου έλεγε. Ποτέ όμως ένας γιος δεν θα γίνει σαν τον πατέρα του, αυτό είναι θέσφατο και αν συγκρίνεις κάποιον με τον Μπιθικώτση, είτε είναι γιος του, είτε όχι, σίγουρα θα χάσει…»
-       Πότε ένιωσες τη μεγαλύτερη λύπη και τη μεγαλύτερη χαρά;
            «…τη μεγαλύτερη λύπη την ένιωσα την ημέρα που έχασα τον πατέρα μου και τη μεγαλύτερη χαρά όταν γεννήθηκε ο γιος μου. Τότε κατάλαβα ολοκληρωτικά την έννοια της αγάπης…»
-       Θα ήθελες ο γιος σου ν’ ασχοληθεί με το τραγούδι;
            «…με τίποτα. Θέλει γερό στομάχι, υπάρχει μεγάλη ψευτιά. Σήμερα οι καλλιτέχνες βρίσκονται σε βαθιά κρίση σ’ αυτή τη γρήγορη εποχή που ζούμε, η δισκογραφία πέθανε, τα cds τα βρίσκεις σε όλες τις εφημερίδες…»
-       Ετοιμάζεις κάτι στον καλλιτεχνικό χώρο;
            «…έχουμε ξεκινήσει ένα επιτυχημένο σχήμα, «τα τραγούδια του πατέρα μου», ο Δημήτρης Κόκκοτας, ο Χάρης Βαρθακούρης, ο Άγγελος Διονυσίου κι εγώ. Δώσαμε παραστάσεις στην Αμερική, Καναδά, Αυστραλία, Ευρώπη. Ο κόσμος, μας αγκάλιασε με αγάπη. Το 2000 έκανα τον 1ο μου δίσκο με κάποια τραγούδια του πατέρα μου σε μουσική δική μου. «Οι χάρτες» είναι ένα τραγούδι απ’ αυτά που ξεχώρισε, από τότε δεν έχω κάνει κάτι άλλο γιατί, τα πράγματα στο ραδιόφωνο και στις δισκογραφικές εταιρίες, είναι …σκοτεινά. Απλώς, επειδή ο πατέρας μου με διόρισε φυσικό διάδοχο της καλλιτεχνικής του πορείας, έχω υποχρέωση να θυμίζω τα τραγούδια του στους παλαιότερους και να τα γνωρίσω στους νεότερους. Πρέπει να ξέρουμε τις ρίζες μας…»


 Το Περιστέρι πρέπει να είναι περήφανο για τον πατέρα μου


6 ΧΡΟΝΙΑ ΨΑΧΝΕΙ

ΜΙΣΟ ΜΕΤΡΟ ΧΩΡΟΘΕΣΙΑ

Ο ΔΗΜΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ
Καθώς συζητούσαμε και θυμόμαστε τον αείμνηστο ξεχωριστό καλλιτέχνη Γρηγόρη Μπιθικώτση που σφράγισε με τα τραγούδια του ολόκληρες γενιές, ο γιος του Γρηγόρης μας μίλησε και για την πολλά υποσχόμενη προτομή που ακόμα δεν έχει βρει τόπο να στηθεί για να κρατάει τις νότες των τραγουδιών του πατέρα του στον αέρα της Περιστεριώτικης πολιτείας…
«…το 2010 με τον δήμαρχο Περιστερίου κ. Ανδρέα Παχατουρίδη και σε δύο εκπομπές του Σπύρου Παπαδόπουλου, αφιερωμένες στον πατέρα μου, δείξαμε στον κόσμο την προτομή που έφτιαξε ο περίφημος γλύπτης Γιάννης Μπάρδης, προς τιμήν της μνήμης του πατέρα μου, η οποία θα κοσμούσε κάποιο κεντρικό σημείο της πόλης του Περιστερίου. Από τότε δεν γνωρίζω τι έχει προκύψει και έχουν σταματήσει οι διαδικασίες τοποθέτησης της προτομής και για ποιο λόγο εδώ και έξη χρόνια δεν έχει στηθεί, ενώ το Περιστέρι πρέπει πραγματικά να είναι υπερήφανο που γέννησε έναν μεγάλο καλλιτέχνη…» μας είπε και μείναμε στην κυριολεξία με το στόμα ανοικτό.
Ψάξαμε στις πλατείες της πόλης μας, σε μικρές ζώνες πρασίνου, σε πάρκα αλλά προτομή Γρηγόρη Μπιθικώτση πουθενά. Τι κρίμα! Αυτή η φωνή σήκωσε την Ελλάδα σε όλο τον κόσμο. Αγκάλιασε τους πονεμένους αυτής της γης. Ύμνησε την πατρίδα, την μάνα, την γυναίκα, τον έρωτα, το παιδί, τον πατέρα, τον άνθρωπο. Δεν της αξίζει κύριοι των πολιτιστικών δρώμενων αυτής της πόλης  ενάμιση μέτρο γης να υπάρχει, να θυμίζει, να ζει; 
Επιμέλεια Σοφία Διγενή-Κολιοτάση 

Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

Παιδιά με δυσκολίες στο Δημοτικό Σχολείο

http://www.saronicospages.gr/index.php/education/item/94-paidia-me-dyskolies-sto-dimotiko-sxoleio

Παιδιά με δυσκολίες στο Δημοτικό σχολείο

ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΤΑΞΕΙΣ; ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ;
Γράφει η Τατιάνα Τσαραμιάδου,
Διευθύντρια του ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
και του Επιστημονικού Κέντρου «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ»


Οι απαιτήσεις της Α΄ Δημοτικού είναι πολλές αφού το παιδί καλείται να παρουσιάσει
σχολικό προφίλ, σχεδόν αμέσως με τις πρώτες ημέρες της εισαγωγής του στο νέο του σχολείο.
Πρέπει να συμπεριφέρεται σωστά, να προστατεύεται μόνο του, να διεκδικεί με αποδεκτό
τρόπο αλλά και αποτελεσματικό ό,τι επιθυμεί από τους φίλους και την δασκάλα του....